Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον των αρχαιολόγων για τα Κύθηρα. Η ανασκαφική δραστηριότητα μας έχει αφήσει κατάπληκτους και οι επιστημονικές ανακοινώσεις για τα αρχαιολογικά ευρήματα των Κυθήρων διαδέχονται η μία την άλλη.
Εδώ στην περιοχή του Διακοφτιού, το Καλοκαίρι του 1998 μια επιστημονική ομάδα της Β εφορείας προϊστορικών και κλασσικών αρχαιοτήτων με επικεφαλής τον αρχαιολόγο Άρη Τσαραβόπουλο, σε συνεργασία με σπηλαιολόγους και παλαιοντολόγους και τη στήριξη της Εταιρείας Κυθηραϊκών Μελετών, εντόπισε μια σπηλιά, ονομαζόμενη Χουστή, επειδή είναι αθέατη, εμβαδού 30Χ30, με σπουδαία αρχαιολογικά ευρήματα, πέτρινα εργαλεία κ.τ.λ. που χρονολογούνται γύρω στο 4000 π.χ. Πρόκειται για αρχαιολογικό χώρο γύρω από αυτό το ευρύχωρο σπήλαιο, το οποίο έχει μνημειώδη είσοδο, με σκαλοπάτια σκαλισμένα στα βράχια και πιθανότατα χρησιμοποιήθηκε σαν ιερό κατά την κλασσική εποχή (500-300 π.χ.)
Η έρευνα μέσα στο σπήλαιο είχε στόχο να επιβεβαιώσει τη χρήση του σπηλαίου σαν ιερού χώρου, καθώς και να διερευνήσει, εάν κατοικήθηκε και χρησιμοποιήθηκε τα προϊστορικά χρόνια. Η δοκιμαστική ανασκαφή μέσα στο σπήλαιο σε βάθος μέχρι 1,5 μ. έφερε στο φως κεραμικά, που ενισχύουν την ιερή χρήση του σπηλαίου και σε χαμηλότερα στρώματα βρέθηκαν τα σημαντικότερα, δηλ. κεραμικά της νεολιθικής εποχής, ευρήματα που για πρώτη φορά ανακαλύφθηκαν στα Κύθηρα και αποδεικνύουν κατοίκηση του νησιού κατά τη νεολιθική εποχή. Γύρω από τη σπηλιά αποκαλύφθηκε ένα ορθογώνιο κτίσμα μεγάλων διαστάσεων ίσως των Βυζαντινών χρόνων και βρέθηκαν όστρακα κεραμικά από την πρωτοελλαδική εποχή(3000-2000 π.χ.) μέχρι τα βυζαντινά χρόνια.
Αυτή η δοκιμαστική ανασκαφική έρευνα έγινε και στον Καραβά και σε άλλα σημεία του νησιού μας. Πρωτεργάτης σ΄αυτή την κίνηση ήταν ο δημοσιογράφος Άδωνις Κύρου, σπουδαίος αρχαιόφιλος, ο οποίος διαθέτει ένα φοβερό ένστικτο και μεγάλη αγάπη για το νησί μας και οδήγησε τα βήματα του αείμνηστου αρχαιολόγου Σακελλαράκη και του κ. Τσαραβόπουλου, αρχαιολόγου, φίλου των Κυθήρων, στο Μινωικό ιερό κορυφής, στις Δραγονάρες, στο Διακόφτι και σε άλλα σημεία του νησιού μας. Η γη των Κυθήρων τους αντάμειψε πλουσιοπάροχα και τους φανέρωσε πολλά μυστικά από το παρελθόν της.
Μέχρι πριν λίγα χρόνια πιστεύαμε, ότι οι Μινωίτες ήρθαν πρώτοι άποικοι στο νησί μας και εγκατασταθήκανε σ΄ένα έρημο τόπο 2000 χρόνια π.χ. Όμως οι πρόσφατες αρχαιολογικές έρευνες μας έδειξαν ότι στα Κύθηρα υπήρχαν οργανωμένοι οικισμοί 3000 χρόνια π.χ. και από ενδείξεις που βρέθηκαν στον Άγιο Νικόλα τον Κρασά, στην Αντιδραγονάρα, στον Καραβά, στην Αγία Πελαγία, στο Διακόφτι, πάμε ακόμα πιο πίσω 4000 χρόνια π.χ. και έπεται συνέχεια.
Εδώ στο Διακόφτι, υπήρχε συνοικισμός γύρω από ένα σπήλαιο και ένα μεγάλο βράχο, απ΄όπου ανέβλυζε άφθονο νερό πριν από 4500 χρόνια. Εδώ προσορμίζονταν τα καράβια και ανεφοδιάζονταν οι ναυτικοί. Φανταστείτε τι σήμαινε για τους αρχαίους ναυτικούς να παραπλέουν το Μαλέα, τον ξυλοχάφτη, επειδή σαν μυθικό τέρας καταβρόχθιζε τα ξύλινα σκαριά με τα ορμητικά κύματα και τους στοβιλισμούς των ανέμων, τι σήμαινε να αντικρύζουν την ήμερη σιλουέτα των Κυθήρων, αυτή την ευλογημένη γη, η οποία προσέφερε καταφύγιο σε τόσους κινδυνεύοντες και σε τόσους κατατρεγμένους της ιστορίας.
Ποιος θα το πίστευε ότι πάνω στο δυσπρόσιτο νησάκι της Αντιδραγονέρας θα ερχόταν στο φως ένα ιερό της ελληνορωμαϊκής περιόδου με μεγάλη ιστορική σημασία; Οι δύτες του Ινστιτούτου Εναλίων Αρχαιολογικών Ερευνών ανείλκυσαν λίθινες άγκυρες από ένα ναυάγιο του 4ου αι. π.χ. Πάνω στη μικρή Δραγονάρα (drago nera= μαύρη δρακόντισα) υπάρχει ένα καταβύθισμα του απόκρημνου εδάφους, που μάζευε νερό στο σπηλαιώδες βάθος του. Εκεί γύρω βρέθηκαν θραύσματα αγγείων. Φαίνεται ότι οι ναυτικοί που κατόρθωναν να παρακάμψουν τον τρικυμισμένο Μαλέα, σ΄αυτό το νευραλγικής στρατηγικής σημασίας σημείο αγκυροβολούσαν και έδειχναν την ευγνωμοσύνη τους προς τον κυρίαρχο των θαλασσών, τον Ποσειδώνα. Δεν αποκλείεται οι ναυτικοί να έπαιρναν και νερό από τη σπηλιά της Αντιδραγονάρας και συγχρόνως άφηναν και τον οβολό της λατρείας τους προς τον Ποσειδώνα. Γύρω στο στόμιο του ορύγματος βρέθηκαν θραύσματα αμφορέων από υδρίες για κρασί και νερό, καθώς και άφθονα χάλκινα νομίσματα, πάνω από διακόσια, προερχόμενα από τον Εύξεινο Πόντο, την Αίγυπτο, τα νησιά του Αιγαίου, την Αθήνα, την Ιλλυρία, τη Σικελία, την Καρχηδόνα, μέχρι τις Βαλεαρίδες νήσους της Ισπανίας.